|
Στο εστιατόριο - В ресторане
η ταβέρνα - таверна
το εστιατόριο - ресторан
το μπαρ - бар
ο κατάλογος - каталог, меню
η παραγγελία - заказ
Ο ρ ε κ τ ι κ ά - закуски
οι μεζέδες - закуски
ταραμοσαλάτα (икра-салат) ελιές (маслины) χταπόδι (осьминог) αντζούγες (анчоусы)
αγγουροντομάτα - салат из огурцов и помидоров
τζατζίκι (салат из кефира,огурцов и помидоров)
Ε ν τ ρ ά δ ε ς - мясные
μουσακάς (запеканка из фарша, картофеля или баклажанов, помидоров, яиц и пр.)
μοσχάρι πατάτες (телятина с картошкой) μοσχάρι ρύζι (телятина с рисом)
μοσχάρι αρακάς(горох) αρνάκι πουρέ (баранина, пюре)
αρνάκι φρικασέ (баранина жаренная)
Τ η ς ώ ρ α ς порционные
τα παΐδάκια στα κάρβουνα (отбивная на ребрышке на углях)
μπιφτέκι(бифштекс) μπριζόλα μοσχαρίσια, μπριζόλα χοιρινή, μπον φιλέ (вырезка)
σουβλάκι μοσχαρίσιο (шашлык из телятины), σουβλάκι χοιρινό (шашлык свиной)
σουτζουκάκια (колбаски из свинины)
μπριζόλα (отбивная), κοτόπουλο(цыплёнок)
Σ ο ύ π ε ς супы
κοτόσουπα(суп из курятины)
ψαρόσουπα (уха)
ζωμός κρέατος (бульон)
φασολάδα - (блюдо из фасоли)
Λ α δ ε ρ ά постные
πατάτες (картошка), πιπεριές (перец), μελιτζάνες (баклажаны), αρακάς (горошек)
Ζ υ μ α ρ ι κ ά мучные
μακαρόνια τυρί (макароны с сыром)
μακαρόνια καρμπονάρα (подлива, масло,сливы, маслины) κριθαράκι (ячменные крупы)
Σ α λ ά τ ε ς
χωριάτικη (крестьянский), κουνουπίδι ( цветная капуста)
χόρτα (зелень), παντζάρια (свекольный) λάχανο (капуста),
μελιτζανοσαλάτα (салат из баклажан), μαρούλι (салат-латук)
Γ λ υ κ ά
μπακλαβάς (миндальное пирожное), μους σοκολάτα, παγωτό (мороженое)
Φ ρ ο ύ τ α фрукты
μήλο (яблоко), πορτοκάλι (апельсин), μανταρίνι (мандарин), σταφύλι (виноград)
Τ υ ρ ι ά сыры
φέτα, κασέρι, γραβιέρα, ροκφόρ,
το ντόπιο τυρί
Κ ρ α σ ι ά
κρασί άσπρο белое вино
κρασί κόκκινο красное вино
ρετσίνα (вино с камедью)
ούζο (греч. водка)
Π ί τ ε ς
η τυρόπιτα - пирог с сыром
η βασιλόπιτα - новогодний пирог
η χωριάτικη πίτα - крестьянский пирог
Στην Ελλάδα οι ταβέρνες έχουν ο,τι θέλετε. Φρέσκα ψάρια, αρνάκι, ψητό, μπριζόλες, κοτόπουλα, σούπα, σαλάτα, φρέσκα λαχανικά κ.τ.λ. Αυτές η ταβέρνες έχουν επίσης πολύ καλό ούζο και ρετσίνα. Ν ρετσίνα είναι πολύ φτηνό κρασί. Είναι για τον κόσμο που δεν έχει πολλά λεφτά Πρέπει να ξέρετε πως το ούζο είναι το εθνικό ποτό στην Ελλάδα και μπορείτε να το πιείτε σ’όλες τις ταβέρνες και τα εστιατόρια εκεί. Όταν είστε στην Αθήνα πρέπει να πάτε στην ταβέρνα που είναι κοντά στην πρεσβεία. Το φαΐ εκεί πολύ φτηνό και νόστιμο. Ο μουσακάς έχει ένα δολάριο. Ο κόσμος μπορεί να πηγαίνει κάθε μέρα. Όταν δοκιμάσετε τα ωραία και φτηνά φαγητά και πιείτε την νόστιμη ρετσίνα θα θέλετε να πηγαίνετε σ’αυτή την ταβέρνα όλη την ώρα. |
Καλή όρεξη!: Приятного аппетита
το γκαρσόνι - официант
το μενού -меню
ο λογαριασμός - счет
το φαγητό - блюдо, кушанье
το κύριο πιάτο - холодное блюдо
ο μουσακάς - мусака
το μπουκάλι - бутылка
о καφές - кофе
το κομμάτι - кусок
ο σερβιτόρος - официант
η σερβιτόρα - официантка
το τραπεζομάντιλο - скатерть
τα μαχαιροπίρουνα - столовые
приборы
το ποτήρι - стакан
οι πετσέτες - салфетки
οι χαρτοπετσέτες - бумажные
салфетки
οι οδοντογλυφίδες - зубочистки
τα φαγώσιμα - съедобные продукты
η δίαιτα - диета
το ορεκτικό - закуска
η λιχουδιά - лакомка
το μάσημα - жевание
η λαιμαργία - обжорство
ο καλοφαγάς - хороший едок
το γεύμα - обед
το πρόγευμα -завтрак
το πρωινό - завтрак
το μεσημεριανό - обед
το δείπνο - ужин
το φαγοπότι - попойка
το πάρτη - вечеринка
το συσσίτιο - столовая
η κατσαρόλα - кастрюля
το τηγάνι -сковорода
το γλέντι - пирушка
το πιάτο -тарелка
το μαχαίρι - нож
το κουτάλι - ложка
το πιρούνι - вилка
το αλάτι - соль,
το πιπέρι - перец
η πετσέτα - салфетка, полотенце
το γλυκό - варенье
τα γλυκά мн.ч. сласти, сладости
το παγωτό - мороженое
η πάστα - пирожное
ο πάγος - лёд
το κρασί - вино
η μπριζόλα - отбивная
οι πατάτες - картошка
τα λαχανικά - овощи
η σούπα - суп
η σαλάτα - салат
Πεινώ. Που μπορώ να φάω;
Αυτή η ταβέρνα έχει πολύ καλή κουζίνα. Πάμε εκεί.
Γκαρσόν, το μενού παρακαλώ.
Ξέρω ότι εδώ έχουν φρέσκα ψάρια, καλά κοτόπουλα και πολύ νόστιμο κρέας.
Αλλά τι μπορούμε να πιούμε;
Στην Ελλάδα όλος ο κόσμος πίνει ούζο, αλλά εμείς μπορούμε να πιούμε μπίρα ή ρετσίνα.
Δηλαδή θέλετε να πείτε το ούζο είναι το εθνικό τους ποτό;
Και μήπως είναι το αρνάκι το εθνικό τους φαΐ;
Βεβαίως, όπως επίσης τα σουβλάκια, ο μουσακάς και τα λοιπά.
Τότε δοκιμάσουμε αμέσως τα περίφημα φαγητά τους. Καλή όρεξη.
Το λογαριασμό, παρακαλώ.
δηλαδή - то есть, значит
βεβαίως - конечно
όπως - как
επίσης - так же
αμέσως - немедленно
|
πίνω - пить
δοκιμάζω - пробовать, дегустировать
τρέφομαι - питаться
σιτίζομαι - питаться
νηστεύω - держать пост
ετοιμάζω - готовить
μαγειρεύω - готовить пищу
βράζω - варить
ψήνω - печь
τρώω - кушать
μασώ - жевать
καταπίνω - проглатывать
καταβροχθίζω - глотать большой кусок
ξεκοκαλίζω - худеть до костей
περιδρομιάζω - есть очень много
γευματίζω - обедать
δειπνώ - ужинать
τραπεζώνω - столоваться
προσκαλώ - приглашать
αλατίζω - солить
σερβίρω - накрывать на стол
σουβλίζω - жарить на шампуре
τηγανίζω -жарить на сковороде
προσφέρω- предлагать, угощать
ζυμώνω - месить
πεινώ - быть голодным
γιορτάζω - праздновать
ετοιμάζομαι - готовлюсь
κερνάω - угощать
υποδέχομαι - принимаю гостя
διασκεδάζω - развлекать
προσφέρω - преподносить
χαίρομαι - радуюсь
χαιρετίζω - приветствую
συζητώ - беседую, обсуждаю
επισκέπτομαι - посещаю
συγχαίρω - поздравляю
χαμογελώ - улыбаюсь
συνδέομαι - связываюсь
χαρίζω - дарю
εύχομαι - желаю
νόστιμος, -η, -о: вкусный
φιλόξενος, -η, -о: гостеприимный
ακριβός, -ή, -ό: дорогой
καταπληκτικός, -ή, -ό -
изумительный
ζεστός, -ή, -ό - теплый
ευχάριστος, -η, -о: приятный
τηγανιτός, -ή, -ό - жареный
πικρός, -ή, -ό горький
κρύος, -α, -о - холодный
εμφιαλωμένος, -η, -о - разлитый
по бутылкам
βαρελίσιος, -α, -о - бочковый
ανόρεχτος, -η, -о - неаппетитный
υπέροχος - превосходный
χτυπητός - взбитый
ξερός - сухой
θρεπτικός, -ή, ό - питательный
λιτός, -ή, ό - скромный, умеренный
νωπός, ή, -ό - свежий, прохладный
φρέσκος, -ια, -ο свежий
νωπός, -ή, -ό свежий
διατηρημένος, -η, -ο - сохраненный
κατεψυγμένος, η, -ο - замороженный
υγιεινός, -ή, -ό гигиенический, здоровый
νόστιμος, -η, -ο - вкусный
άνοστος, -η, -ο - безвкусный
ψητός, -ή, -ό - печеный
ορεκτικός, -ή, -ό - аппетитный
λαίμαργος, -η, -ο - жадный, обжорливый
καθημερινός, -ή, ό - ежедневный
επίσημος, -η, ο - официальный
γιορταστικός, -ή, -ό праздничный
πλούσιος, -ια, -ο - богатый
φτωχός, -ιά, -ό - бедный
ψημένος, -η, -ο - печеный
βραστός, ή, -ό - вареный
τηγανητός, -ή, -ό жареный на сковороде
ξεροψημένος, -η, -ο - сухожареный
ωμός, ή, -ό сырой
πρωινός, -ή, -ό утренний
μπαγιάτικος, -η, ο несвежий, устаревший
σάπιος, α, ο - гнилой, испорченный
εθνικός, -ή, -ό - национальный
ντόπιος, α, ο - местный
φυτοφαγία η - вегетарианство
|
Φαγητά της ώρας. = Μαγειρευμένα εκείνη τη στιγμή.
Заказные блюда – Приготовленные в тот же момент.
Δίνω παραγγελία. – Παίρνω παραγγελία.
Даю заказ – Получаю заказ
Μου τρέχουν τα σάλια. = Όταν βλέπω κάτι που μ’αρέσει πολύ.
У меня бегут слюнки - Когда вижу то, что мне очень нравится.
Είναι λαίμαργος = Αυτός που τρώει γρήγορα και πολύ.
Он обжора – Тот, кто кушает быстро и много
Το φαγητό είναι αλμυρό. = Έχει πολύ αλάτι.
Обед соленый – Много соли
Οι τιμές είναι αλμυρές. = Το προϊόν είναι ακριβό.
Цены соленые – Товар дорогой
Δίνω φιλοδώρημα. =Δίνω λίγα επιπλέον χρήματα στον σερβιτόρο.
Даю чаевые – Даю немного больше денег официанту.
Έφαγε έναν περίδρομο. = Έφαγε πολύ.
Съел очень много - Съел много
Πεθαίνω της πείνας. = Πεινάω πολύ.
Умираю от голода – Я очень голоден.
Τα λαχανικά είναι φρέσκα, νωπά/ μπαγιάτικα, σάπια, κατεψυγμένα.
Овощи свежие, свежие/ несвежие, гнилые, замороженные.
Λέμε:
Έφαγα δυο πιάτα (= έφαγα πολύ)
Ήπιαμε μερικά ποτηράκια (= ήπιαμε αρκετό κρασί)
Μας έκανε το τραπέζι (= μας κάλεσε στο σπίτι ή έξω, για να φάμε)
Είναι γερό ποτήρι ( =πίνει πολύ)
Είναι γερό πιρούνι (= τρώει πολύ)
μαχαίρια + πιρούνια = μαχαιροπίρουνα
κουτάλια + πιρούνια = κουταλοπίρουνα
αλκοολικός, -ή, -ό: алкоголик
λοχανοφάγος ο, η - вегетарианец, -ка
|
|