Случаи из жизни Диогена

 

 

  -Μια φορά άναψε, μέρα μεσημέρι, έναν λύχνο και κρατώντας τον, γύριζε στης αγοράς τους δρόμους. Όταν δε, ρωτήθηκε γιατί το κάνει αυτό, έδωσε τη γνωστή περίφημη απάντησή του: «Άνθρωπον ζητώ». 

Однажды Диоген среди бела дня  зажег фонарь и, держа его, бродил по афинской городской площади, агоре. Когда его спрашивали, почему он это делает, дал известный знаменитый ответ: «Ищу человека».

* * *

  -Όταν είδε μια μέρα ένα παιδί να πίνει νερό με τη χούφτα του χεριού του, έβγαλε, καθώς λένε, το κύπελλο, με το οποίο έπινε νερό και το πέταξε αναφωνώντας «παιδίον μὲ νενίκηκεν εὐτελεία!» (ένα παιδί με ξεπέρασε στην απλότητα). 

Однажды Диоген увидел, как мальчик пил воду из пригоршни, достал, как говорят, чашку, из которой пил воду и выбросил, восклицая: «Мальчишка превзошёл меня в простоте».

 

  -Βλέποντας κάποτε ο Διογένης μια θρησκόληπτη γυναίκα να σκύβει βαθιά στα αγάλματα των θεών, της είπε «Δε φοβάσαι καλή μου γυναίκα, μήπως κανένας θεός από πίσω σου σε δει σε άσεμνη στάση;».

    

Как то Диоген, видя фанатично религиозную женщину, склонившуюся глубоко к статуям богов, ей говорит: «Не боишься, дорогая моя женщина, что какой-то из богов увидит тебя сзади в такой непристойной позе?»

* * *

  -Ο Διογένης, κουβαλούσε μαζί του ό,τι είχε. Σ’ ένα σακούλι είχε συνήθως ψωμί και ελιές. Μια μέρα λοιπόν κάθεται στο μέσο της Αγοράς, ανοίγει το σακούλι του και αρχίζει να τρώει. «Καλά, τι ώρα είναι αυτή που τρως;» τον ρωτάει κάποιος. Κι ο Διογένης ετοιμόλογος του απάντησε: «Οι πλούσιοι τρώνε όταν θέλουνε, εγώ ο φτωχός, όταν πεινώ!». 

Диоген носил с собой все, что имел. В одном мешке были обычно хлеб и оливки. В один день он сел посреди площади, открыл мешок и начал есть. « Ей, какое время кушать?» - его спрашивает кто-то. И Диоген находчиво ему отвечал: «Богатые едят, когда хотят, я, бедный, когда проголодаюсь».

  Όταν ο Πλάτων διατύπωσε τον γνωστό ορισμό για τον άνθρωπο: «Ζώον δίπουν άπτερον» (ζώο με δύο πόδια και χωρίς φτερά) ο Διογένης μάδησε ένα πετεινό και τον παρουσίασε στην αγορά λέγοντας «Ιδού ο άνθρωπος του Πλάτωνος» κι αυτός τότε συμπλήρωσε τον ορισμό με το «και πλατώνυχον».

Когда Платон сформулировал известное определение о человеке:
«Животное с двумя ногами, без крыльев»,
Диоген ощипал петуха и его показывал его на площади, говоря: «Вот человек Платона».
Тогда Платон добавил к определению «… с плоскими ногтями».

* * *

  Ο Διογένης, κάποτε, στέκονταν εμπρός από ένα άγαλμα ζητώντας… ελεημοσύνη. Όταν τον ρώτησαν γιατί το κάνει αυτό, εκείνος απάντησε: «μελετῶ ἀποτυγχάνειν» (μελετώ την αποτυχία).

Диоген как то стоял перед статуей, прося милостыню. Когда его спрашивали, почему он делает это, отвечал: «Изучаю неудачи» (Он готовился, таким образом, не огорчаться в будущем, выслушивая отказы живых людей.)

* * *

  -Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε «Αν πεθάνεις, ποιος θα φροντίσει την κηδεία σου;», είπε «Αυτός που θα θέλει το σπίτι μου». 

Когда Диогена спрашивали: « Если умрешь, кто позаботится о твоих похоронах?», отвечал: «Тот, кто захочет мой дом».

* * *

  -Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε γιατί οι άνθρωποι ελεούν τους ζητιάνους αλλά όχι τους φιλοσόφους, είπε, «γιατί κουτσοί και τυφλοί υπάρχει περίπτωση να γίνουν, φιλόσοφοι όμως αποκλείεται». 

Когда Диогена спрашивали, почему люди подают милостыню нищим, а не философам, говорил: потому, что хромыми и слепыми они могут стать, а философами, однако, исключено.

* * *

  Όταν ο Αλέξανδρος ήταν στη Κόρινθο, ήθελε να γνωρίσει τον Διογένη και έστειλε έναν υπασπιστή του να βρει τον Διογένη που ήταν στο Κράθειο, και να του τον παρουσιάσει. 
Αφού ο υπασπιστής τον εντόπισε, του είπε... - Σε ζητεί ο Βασιλεύς Αλέξανδρος να σε δει. 
Ο Διογένης απάντησε... - Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει αυτός εάς έρθει να με δει.
Και πράγματι, ο βασιλεύς Αλέξανδρος πήγε να δει τον Διογένη. 
Τον πλησιάζει ο Αλέξανδρος και του λέγει... - Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος. 
Ο Διογένης ατάραχος απαντά “Και γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων”. 
Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και του λέγει - Δεν με φοβάσαι; 
Ο Διογένης απαντάει...  - Και τί είσαι; Καλό ή κακό; 
Ο Αλέξανδρος μένει σκεπτικός. 
Δεν μπορεί ένας βασιλεύς να πει ότι είναι κακό, και άμα είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό; 
Αντί να απαντήσει ο Αλέξανδρος τον ερωτεί εκ νέου: - Τί χάρη θές να σου κάνω; 
Και ο Διογένης ξανά απαντά... - “Αποσκότησων με”.  “Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο” 

Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος είπε το περίφημο - Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης. 

Когда Великий Александр был в Коринфе, хотел познакомиться с Диогеном и послал своего адъютанта найти Диогена, который был в Крании, чтобы тот ему представился.
Когда адъютант нашел Диогена, ему говорит: - Тебя хочет видеть Великий Александр.
Диоген ответил: -  Я не хочу его видеть. Если он хочет, пусть придет и увидит меня.
И, действительно, царь Александр пришел, чтобы увидеть Диогена.
К нему приблизился Александр и говорит: - Я Великий Александр.
Диоген невозмутимо отвечает: - Я Диоген - Собака.
Великий Александр в недоумении ему говорит: - Меня не боишься?
Диоген отвечает: - Что ты? Добро или зло?
Александр задумался. Не может царь сказать, что он зло, и так же, что добро, зачем тогда бояться добра?
Вместо ответа, Александр задает ему вопрос: - Что хочешь, чтобы я сделал для тебя?
Диоген снова отвечает: « Избавь меня от тьмы». «Отойди, ты заслоняешь мне солнце»

Только услышал это Александр, сказал знаменитое: - Если бы я не был Александром, то хотел бы быть Диогеном.

* * *

  Ο Μέγας Αλέξανδρος κάποτε θέλησε να πειράξει τον Διογένη και αφού έλεγε ότι ήταν Κύων, του έστειλε ένα πιάτο κόκκαλα. Μετά όταν τον συνάντησε τον Διογένη τον ρώτησε: «Σου άρεσε Κύων το δώρο μου;». Και ο Διογένης του απάντησε «Το έδεσμα ήταν άξιο για κύων, αλλά το δώρο δεν ήταν καθόλου άξιο για βασιλέα».


Александр Великий как-то хотел подразнить Диогена и потому, что он называл себя собакой, послал ему миску с костями. Потом, когда он встретился с Диогеном, спросил его: «Понравился собаке подарок мой?». И Диоген ответил: «Пища была достойная для собаки, но подарок совсем не достойный для царя».

* * *