ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Πάολο Κοέλιο
Στο βάθος, η ζωή είναι η τέχνη να βλέπεις πέρα από τα φαινόμενα. Το έργο τέχνης της ζωής μας καλύπτεται συχνά από φόβους, ενοχές, επιφυλάξεις.
Χρόνια πριν ζούσε στη Βορειοανατολική Βραζιλία ένα πολύ φτωχό ζευγάρι, που είχε μονάχα μία κότα. Με πολλές στερήσεις, συντηρούνταν από τα αβγά της.
Κάποτε λοιπόν, την παραμονή των Χριστουγέννων, το ζώο πέθανε. Ο άντρας, που είχε μονάχο μερικά σεντάβος, αλλά δεν αρκούσαν για να αγοράσει τρόφιμα για το δείπνο της βραδιάς, πήγε να ζητήσει τη βοήθεια του εφημέριου του χωριού.
Αντί να τον βοηθήσει, ο εφημέριος του είπε μονάχα:
«Όταν ο θεός κλείνει μια πόρτα, ανοίγει ένα παράθυρο. Αφού τα χρήματα σου δεν φτάνουν σχεδόν για τίποτα, γύρνα στο παζάρι και αγόρασε το πρώτο πράγμα που θα σου προσφέρουν. Εγώ ευλογώ αυτήν την αγορά και, καθώς την ημέρα των Χριστουγέννων συμβαίνουν θαύματα, κάτι θα σου αλλάξει τη ζωή για πάντα».
Παρόλο που δεν ήταν σίγουρος ότι αυτή ήταν η καλύτερη λύση, ο άντρας γύρισε στο παζάρι. Ένας έμπορος τον είδε να τριγυρίζει εδώ κι εκεί και τον ρώτησε τι έψαχνε.
«Δεν ξέρω. Έχω ελάχιστα χρήματα και ο ιερέας μου είπε να αγοράσω τα πρώτο πράγμα που θα μου προσφέρουν ".
Ο έμπορος ήταν ζάπλουτος, ωστόσο ποτέ δεν άφηνε ευκαιρία για κέρδος να πάει χαμένη. Πήρε αμέσως τα χρήματα, έγραψε κάτι βιαστικά ο' ένα χαρτί και το έδωσε στον άντρα.
«Ο πατέρας έχει δίκιο! Καθώς ήσουν πάντα καλός άνθρωπος, σου πουλάω τη θέση μου στον Παράδεισο, σήμερα, αυτή τη γιορτινή μέρα! Να, ορίστε και το συμβόλαιο!"
Ο άντρας πήρε το χαρτί και απομακρύνθηκε, ενώ ο έμπορος ήταν γεμάτος περηφάνια που είχε πετύχει άλλη μία καλή εμπορική συναλλαγή. Το ίδιο βράδυ, καθώς ετοιμαζόταν για το δείπνο στο σπίτι του που ήταν γεμάτο υπηρέτες, αφηγήθηκε το περιστατικό στη γυναίκα του, προσθέτοντας ότι είχε καταφέρει να γίνει πολύ πλούσιος χάρη σ' αυτήν του την ικανότητα να σκέφτεται γρήγορα.
«Ντροπή!» είπε η γυναίκα του. «Να κάνεις κάτι τέτοιο τη μέρα της γέννησης του Χριστού! Πήγαινε στο σπίτι του ανθρώπου αυτού και πάρε πίσω το χαρτί, αλλιώς μην ξαναπατήσει το πόδι σου εδώ!»
Τρομαγμένος από την οργή της συζύγου του, ο έμπορος αποφάσισε να υπακούσει. Μετά από μεγάλη αναζήτηση κατάφερε να βρει το σπίτι του ανθρώπου. Μπαίνοντας μέσα, είδε το ζευγάρι καθισμένο σ' ένα άδειο τραπέζι με το χαρτί στη μέση.
«Ήρθα γιατί έκανα λάθος», είπε. «Πάρε τα χρήματα σου και δώσε μου πίσω αυτό που σου πούλησα». «Δεν κάνατε λάθος», απάντησε ο φτωχός. «Εγώ ακολούθησα τη συμβουλή του ιερέα και ξέρω ότι έχω κάτι ευλογημένο».
«Είναι μονάχα ένα χαρτί, κανείς δεν μπορεί να πουλήσει τη θέση του στον Παράδεισο, Αν θέλεις, θα σου δώσω τα διπλά για να μου το δώσεις πίσω». Ο φτωχός όμως δεν ήθελε να το πουλήσει, γιατί πίστευε στα θαύματα. Σιγά-σιγά ο έμπορος άρχισε να ανεβάζει την προσφορά του, μέχρι που έφτασε τα δέκα χρυσά νομίσματα.
«Δε θα μου κάνουν τίποτα», είπε ο φτωχός. «Πρέπει να εξασφαλίσω μια πιο αξιοπρεπή ζωή στη γυναίκα μου και γι' αυτό χρειάζονται εκατό χρυσά νομίσματα. Αυτό το θαύμα περιμένω σήμερα που είναι παραμονή Χριστουγέννων».
Απελπισμένος, γνωρίζοντας ότι, αν αργούσε λίγο ακόμα, κανείς στο σπίτι του δεν θα καθόταν στο τραπέζι ούτε θα πήγαινε στη Λειτουργία της παραμονής των Χριστουγέννων, ο έμπορος πλήρωσε τελικά τα εκατό νομίσματα και πήρε πίσω το χαρτί. Για το φτωχό ζευγάρι το θαύμα είχε πραγματοποιηθεί. Για τον έμπορο είχε εκπληρωθεί η επιθυμία της γυναίκας του. Εκείνη όμως ήταν γεμάτη αμφιβολίες: Μήπως είχε φερθεί πολύ σκληρά στον σύζυγο της;
Αμέσως μετά τη Λειτουργία πλησίασε τον εφημέριο και του αφηγήθηκε την ιστορία: «Πάτερ, ο άντρας μου συνάντησε έναν άνθρωπο, στον οποίο εσείς είχατε προτείνει να αγοράσει το πρώτο πράγμα που θα του πρόσφεραν. Προσπαθώντας να κερδίσει εύκολα χρήματα, έγραψε σ' ένα χαρτί ότι του πουλούσε τη θέση του στον Παράδεισο. Εγώ του είπα ότι δεν είχε δείπνο στο σπίτι μας απόψε αν δεν κατάφερνε να πάρει πίσω αυτό το χαρτί κι εκείνος τελικά αναγκάστηκε να πληρώσει εκατό χρυσό νομίσματα. Μήπως υπερέβαλα; Μήπως μία θέση στον Παράδεισο δεν αξίζει τόσο πολύ;»
«Κατ' αρχάς, ο σύζυγός σου έχει το περιθώριο να φανεί γενναιόδωρος στη σημαντικότερη μέρα της Χριστιανοσύνης. Επίσης, έγινε όργανο του θεού για να πραγματοποιηθεί ένα θαύμα. Για ν' απαντήσω όμως στην ερώτηση σου, όταν πούλησε τη θέση του στον ουρανό μονάχα για λίγα σεντάβος, η θέση αυτή δεν άξιζε ούτε καν τόσα. Όταν όμως αποφάσισε να την αγοράσει για εκατό νομίσματα μονάχα για να δώσει χαρά στη γυναίκα που αγαπάει, μπορώ να σου εγγυηθώ ότι τώρα αξίζει πολύ περισσότερα».
http://www.didefth.gr/pc.html
Место в раю
Пауло Коэльо
Много-много лет назад в Бразилии жил да был бедный крестьянин с женой, а всего имущества у него была одна курица. Она несла яйца, муж с женой их продавали - тем и сыты бывали. Правда, не всегда.
И вот однажды, в самый канун Рождества, курочка возьми да и помри. И крестьянин, у которого оставалось лишь несколько медных монеток - а угощения к праздничному столу на них никак не купишь, - отправился просить помощи к местному священнику.
Но тот, вместо того чтобы помочь, промолвил всего лишь:
- Господь наш, закрывая дверь, тотчас открывает окно. Раз уж денег твоих почти ни на что не хватает, ступай на рынок и купи первое, что тебе предложат. Я благословлю твою покупку, а поскольку в Рождество случаются чудеса, глядишь, что-нибудь в твоей жизни изменится навсегда.
Крестьянин пошел на рынок. Некий купец спросил, что он ищет.
- Сам не знаю. Денег у меня почти нет, а наш священник велел мне купить первое, что предложат.
Купец же, хоть и был очень богат, никогда не упускал возможности заработать еще, а потому сгреб монеты, нацарапал что-то на клочке бумаги и протянул его крестьянину:
- Священник дело говорит! Я - человек праведный и продаю тебе свое место в раю. Вот расписка.
Крестьянин взял расписку и ушел, а купец возгордился, оттого что провернул такую удачную сделку. В тот же вечер, пока в богатом его доме готовили праздничный ужин, рассказал он эту историю жене.
- И не стыдно тебе?! - упрекнула его жена. - Не совестно так поступать в день рождения Христа?! Ступай к этому бедняге, забери у него расписку, а без нее не смей показываться мне на глаза!
Испугавшись гнева жены, решил купец послушаться. Отыскал он дом, где жил крестьянин. Вошел и увидел - сидят муж с женой за пустым столом, а посреди стола - клочок бумаги.
- Я неправильно поступил, - сказал купец. - Вот твои деньги, верни-ка мне то, что я тебе продал.
- Отчего же неправильно? - ответил крестьянин. - Я последовал совету падре и знаю, что теперь есть у меня нечто благословенное.
- Да ведь это всего лишь бумажка! Никто не может продать свое место в раю. Хочешь, я верну тебе вдвое больше, чем взял?
Но бедняк верил в чудеса и не желал возвращать расписку. Купец все повышал цену, покуда не дошел до десяти золотых.
- Нет, не пойдет, - сказал на это крестьянин. - Мне хочется устроить достойную жизнь моей жене, а для этого мне нужны сто золотых. Такого вот чуда жду я в нынешнее Рождество.
И купец, понимая, что если еще немного задержится, то его домашние лишатся и рождественской мессы, и праздничного застолья, уплатил, сколько было сказано, и забрал назад расписку. Для крестьянина с женой свершилось чудо. Купец же выполнил требование жены. А жена терзалась сомнениями: не слишком ли сурово она поступила с ним? И после мессы рассказала священнику всю историю:
- Падре, мой муж повстречал бедняка, которому вы посоветовали купить первое, что ему предложат. Муж написал на клочке бумаги, что продает свое место в раю. Я же сказала, что не будет у нас рождественского ужина, если он не заберет эту бумажку назад. Муж отдал за нее сто золотых. Может быть, я погорячилась? Неужели место в раю стоит таких денег?
- Ну, во-первых, твой муж проявил великодушие - и не когда-нибудь, а в священный для всего христианского мира день. Во-вторых, он был лишь орудием в руке Господа, пожелавшего сотворить чудо. В-третьих, когда он продал место на небесах всего за пару медяков, оно ровно столько и стоило. А теперь, когда он решил выкупить его за сто золотых для того лишь, чтобы порадовать свою жену, твердо могу сказать тебе, что стоит оно неизмеримо больше.
Источник - http://www.izvestia.ru/coelho/article3044778/ |